Διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια και ωχροπάθεια
Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μία χρόνια νόσος, η οποία χαρακτηρίζεται από υψηλά επίπεδα γλυκόζης (σακχάρου) στο αίμα (υπεργλυκαιμία). Περίπου 7 έως 8 % του πληθυσμού πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη. Υπάρχουν διάφοροι τύποι της νόσου: ο πιο συχνός είναι ο διαβήτης τύπου 2 (διαταραχή της δράσης και της έκκρισης της ινσουλίνης), λιγότερο συχνός ο διαβήτης τύπου 1 (ολική έλλειψη ινσουλίνης), ενώ πιο σπάνιος είναι ο σακχαρώδης διαβήτης της κύησης και άλλοι τύποι. Η υπεργλυκαιμία, εάν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα, μπορεί σταδιακά να οδηγήσει σε αλλοιώσεις των αγγείων και εν τέλει να προκαλέσει σημαντικές επιπλοκές στον οργανισμό όπως καρδιαγγειακά νοσήματα, νεφρική ανεπάρκεια, νευροπάθεια, σύνδρομο διαβητικού ποδιού αλλά και προβλήματα στα μάτια όπως καταρράκτη, γλαύκωμα αλλά κυρίως βλάβες στον αμφιβληστροειδή. Όταν οι αλλοιώσεις αυτές επηρεάζουν το σύνολο του αμφιβληστροειδή, τότε η νόσος χαρακτηρίζεται ως διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, ενώ όταν εντοπίζονται στο κέντρο του αμφιβληστροειδή (την ωχρά κηλίδα) ως διαβητική ωχροπάθεια. Η συχνότητα εμφάνισης διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας (οι τιμές διαφέρουν ανάμεσα στις διάφορες κλινικές μελέτες) είναι περίπου 15% στο σύνολο των διαβητικών (έως 25% σε τύπου 1 διαβήτη) και της διαβητικής ωχροπάθειας περίπου 6 % (έως 15% σε άτομα με διαβήτη τύπου 1).Η εμφάνιση συμπτωμάτων και η εξέλιξη της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το βαθμό ελέγχου της νόσου του σακχαρώδη διαβήτη.
Όταν οι τιμές του σακχάρου είναι σταθερές, τότε δεν αναμένονται οφθαλμολογικά συμπτώματα.
Εάν οι τιμές του σακχάρου παρουσιάζουν σημαντικές αυξομειώσεις κατά τη διάρκεια της ημέρας, τότε μπορεί να παρατηρηθεί παροδική θόλωση της όρασης, ακόμα και αλλαγές των τιμών διάθλασης του ματιού.
Τα συχνότερα αίτια σημαντικής απώλειας της όρασης είναι η δημιουργία οιδήματος της ωχράς στα πλαίσια της διαβητικής ωχροπάθειας ή αιμορραγίες του υαλοειδούς και ισχαιμικές επιπλοκές σε πιο προχωρημένα στάδια διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας.
Η υπεργλυκαιμία οδηγεί, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, σε σταδιακή αλλοίωση των αιμοφόρων αγγείων των οφθαλμών και προβλήματα αιμάτωσης του αμφιβληστροειδούς. Παρατηρούνται μικροανευρύσματα, εξιδρώματα, μικρές αιμορραγίες και ανωμαλίες των αμφιβληστροειδικών αγγείων.
Αυτές οι μεταβολές συνθέτουν τα ευρήματα της λεγόμενης μη παραγωγικής διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας, η οποία διαχωρίζεται περαιτέρω ανάλογα με τη βαρύτητα σε ήπια, μέτρια και σοβαρή μορφή.
Όσο επιδεινώνεται η ισχαιμία του αμφιβληστροειδούς, τόσο εκκρίνονται διάφοροι παράγοντες που οδηγούν στη δημιουργία παθολογικών και εύθραυστων νέων αγγείων, τη λεγόμενη νεοαγγείωση. Αυτό το στάδιο της νόσου χαρακτηρίζεται ως παραγωγική διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια.
Επιπλοκές της νεοαγγείωσης είναι αιμορραγίες του υαλοειδούς καθώς και η ανάπτυξη ισχυρών ινωδών μεμβρανών που μπορούν να προκαλέσουν ελκτική αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς.
Η διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια μπορεί να διαγνωστεί με τη βυθοσκόπηση κατά τη διάρκεια του οφθαλμολογικού ελέγχου. Σε κάποιες περιπτώσεις θα χρειαστεί όμως και μία πιο διεξοδική αξιολόγηση των αγγείων κυρίως με τη μέθοδο της φλουοροαγγειογραφίας.
Για την εκτίμηση και την παρακολούθηση της διαβητικής ωχροπάθειας παίζει σημαντικό ρόλο η οπτική τομογραφία συνοχής (OCT) αλλά και η OCT αγγειογραφία.
Η έγκαιρη διάγνωση του σακχαρώδη διαβήτη και η ρύθμιση τόσο του σακχάρου αλλά και άλλων παραγόντων (αρτηριακή πίεση, απώλεια βάρους, υπερλιπιδαιμία, διακοπή καπνίσματος κ.ά.), επηρεάζουν θετικά και την εξέλιξη της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας.
Σε αρχικά στάδια μη παραγωγικής διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας αρκεί ένας τακτικός οφθαλμολογικός έλεγχος. Σε σοβαρή μορφή μη παραγωγικής διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας, και ειδικά εάν οι τιμές του σακχάρου δεν είναι υπό έλεγχο, τότε ενδέχεται να χρειαστεί παναμφιβληστροειδική φωτοπηξία με Argon laser. Το Laser καυτηριάζει και καταστρέφει το μέρος του αμφιβληστροειδούς που δεν οξυγονώνεται σωστά για να βελτιώσει την αιμάτωση του υπολοίπου αμφιβληστροειδούς.
Η θεραπεία με Laser ενδείκνυται επίσης σε περιπτώσεις παραγωγικής διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας για την αποφυγή επιπλοκών.
Εάν έχουμε ήδη οδηγηθεί σε αιμορραγίες του υαλοειδούς ή ελκτική αποκόλληση του αμφιβληστροειδούς τότε θα χρειαστεί επέμβαση υαλοειδεκτομής με αφαίρεση των ελκτικών μεμβρανών και ενδοχειρουργικό Laser από ειδικό χειρουργό οφθαλμίατρο υαλοειδούς-αμφιβληστροειδούς.
Τα αμφιβληστροειδικά αγγεία είναι υπό φυσιολογικές συνθήκες στεγανά. Οι διαβητικές αλλοιώσεις επηρεάζουν τη διαπερατότητα του αγγειακού τοιχώματος με αποτέλεσμα να συσσωρεύεται υγρό στην ωχρά κηλίδα, το λεγόμενο διαβητικό οίδημα της ωχράς.
Το οίδημα αντιμετωπίζεται με ενδοβολβικές ενέσεις αντιαγγειογενετικών παραγόντων (anti-VEGF) ή κορτιζόνης. Οι ενέσεις πραγματοποιούνται σε τοπική αναισθησία και η επέμβαση διαρκεί μόνο λίγα λεπτά.
Συνήθως θα χρειαστούν περισσότερες ενέσεις για τη σταθεροποίηση της νόσου καθώς και συχνοί έλεγχοι της πορείας της οπτικής οξύτητας και της ανατομίας της ωχράς (με εξέταση OCT) για αξιολόγηση της υποχώρησης ή μη του οιδήματος.
Μία σημαντική συνιστώσα της διαβητικής ωχροπάθειας που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την πρόγνωση για την όραση είναι η ύπαρξη ή μη ισχαιμίας της ωχράς λόγω απώλειας τριχοειδών. Εάν λοιπόν η οπτική οξύτητα δε βελτιωθεί παρά την υποχώρηση του οιδήματος, τότε μπορούμε να αξιολογήσουμε την ισχαιμία μη επεμβατικά με την OCT αγγειογραφία.
Καλέστε μας στο 210 8081216 ή απλώς συμπληρώστε την παρακάτω φόρμα και θα επικοινωνήσουμε εμείς μαζί σας το συντομότερο δύνατο.